Γρηγόριος Λαμπρινός M.D. F.E.B.U.

Χειρουργός Ουρολόγος Ανδρολόγος

Στοιχεία επικοινωνίας
Ιατρείο: 210-59.86.795
Γραμματεία: 6988-60.69.92
info@lamprinos.gr

Στοιχεία επικοινωνίας

Ιατρείο: 210-59.86.795 – Γραμματεία: 6988-60.69.92

info@lamprinos.gr

Αρχική » Παθήσεις
ΚΡΥΨΟΡΧΙΑ

ΚΡΥΨΟΡΧΙΑ

Με αυτόν τον όρο, ορίζεται εκείνη η παθολογική κατάσταση κατά την οποία είτε ο ένας είτε και οι δύο όρχεις δε βρίσκονται στη φυσιολογική τους θέση εντός του οσχέου. Αυτό αφορά το 3% των τελειόμηνων αγοριών και το 30% των πρόωρων. Στο 80% των αρρένων που θα γεννηθούν με κρυψορχία, μέσα στο πρώτο έτος ζωής, και οι δύο όρχεις θα έχουν κατέλθει στη φυσιολογική θέση εντός του οσχέου. Μετά το πρώτο έτος ζωής, λιγότερο από το 1% των αρρένων θα έχει ακόμα κρυψορχία. Η εμφάνιση κρυψορχίας αργότερα κατά την παιδική ηλικία είναι εξαιρετικά σπάνια.

Η κρυψορχία είναι τελείως διαφορετική κατάσταση από την μονορχία (η ύπαρξη μόνο ενός εκ των όρχεων, που συνήθως αφορά τον δεξιό όρχι) και την ανορχία (απουσία των όρχεων). Πιθανές και συχνότερες θέσεις του όρχι που δεν έχει κατέλθει εντός του οσχέου είναι οι ακόλουθες:

  • Κοιλιακή θέση
  • Εντός του βουβωνικού πόρου
  • Υψηλή οσχεϊκή θέση

Τα 2/3 των περιπτώσεων αφορούν μόνο τον έναν όρχι, ενώ στο 90% των περιπτώσεων ο όρχις μπορεί να ψηλαφηθεί (όταν έχει βουβωνική ή υψηλή οσχεϊκή θέση).  Οι όρχις με ιστορικό κρυψορχίας συνήθως συνδέονται με υπογονιμότητα, κάποια ψυχολογικά προβλήματα, αλλά κυρίως αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του όρχι ( ο οποίος είναι εξαιρετικά γρήγορος στην ανάπτυξή του).

Σημεία και συμπτώματα

Υπογονιμότητα

Αν και συνήθως εντός του πρώτου έτους ζωής ο όρχις κατέρχεται στο όσχεο, σε κάποιες περιπτώσεις οι μικροί αυτοί ασθενείς θα υποβληθούν σε μία επέμβαση (ορχεοπηξία) για να μεταφερθεί και να στηριχθεί ο όρχις στη φυσιολογική του θέση. Παρόλα αυτά, ακόμα και μετά την ορχεοπηξία, ένα ποσοστό των ασθενών αυτών θα παρουσιάσει υπογονιμότητα στο μέλλον.

Υπογονιμότητα       6% στον ενήλικα πληθυσμό (χωρίς ιστορικό κρυψορχίας)

10% σε ασθενείς με κρυψορχία ενός όρχι (που υποβλήθηκε σε ορχεοπηξία)

38% σε αμφοτερόπλευρη χειρουργηθήσα κρυψορχία

Καρκίνος του όρχι

Ένας στου 500 ασθενείς με ιστορικό κρυψορχίας (είτε ενός είτε και των δύο όρχεων) θα αναπτύξει καρκίνο του όρχι (με υψηλότερη συχνότητα μεταξύ 30 και 40 ετών). Ο κίνδυνος είναι υψηλότερος για ενδοκοιλιακή κρυψορχία, με κάπως χαμηλότερο κίνδυνο των ασθενών με κρυψορχίας με βουβωνική θέση. Σε περιπτώσεις μονόπλευρης κρυψορχίας, ακόμα και ο έτερος όρχις (που κατήλθε κανονικά στο όσχεο) έχει 20% αυξημένη πιθανότητα να εμφανίσει καρκίνο.

Δεδομένων αυτών των κινδύνων, οι νεαροί ασθενείς με ιστορικό ορχεοπηξίας, οφείλουν να γνωρίζουν πως να εξετάζονται τακτικά (από μόνοι τους), για να μπορούν να αναγνωρίσουν ένα πιθανό όγκο και να αναζητήσουν έγκαιρα ιατρική βοήθεια, αν και εφόσον χρειαστεί. Αυτό είναι κάτι που δε μπορεί να γίνει, σε ασθενείς, οι οποίοι έχουν κρυψορχία με ενδοκοιλιακή θέση (και για αυτό το λόγο τα περιστατικά αυτά, έχουν ένδειξη χειρουργείου, ακόμα και σε ενήλικη ηλικία). Παλαιότερα θεωρούσαμε ότι η ορχεοπηξία δε μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου του όρχι, αλλά έκανε την πρώιμη διάγνωση καρκίνου του όρχι πολύ ευκολότερη. Νεότερες μελέτες έδειξαν ότι η ορχεοπηξία πριν την εφηβεία φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του όρχι.

Αίτια

Τα περισσότερα περιστατικά κρυψορχίας τελειόμηνων αρρένων είναι ιδιοπαθή (σποραδικά και μεμονωμένα, χωρίς άλλες ανωμαλίες). Πιθανές αιτίες επίσης είναι:

  • Πρόωρος τοκετός και χαμηλό σωματικό βάρος κατά τη γέννηση.
  • Έκθεση σε διάφορα χημικά (εντομοκτόνα) της μητέρας κατά την εγκυμοσύνη.
  • Κάπνισμα και χρήση αλκοόλ από την μητέρα κατά την εγκυμοσύνη.
  • Οικογενειακό ιστορικό κρυψορχίας
  • Η κρυψορχία παρουσιάζεται σε διάφορα συγγενή νοσήματα όπως το σύνδρομο Down, το σύνδρομο Noonan και το σύνδρομο Prader-Willi.

Διάγνωση

Η διάγνωση τίθεται συνήθως από τον παιδίατρο, ο οποίος συνήθως (φυσιολογικά) επιβεβαιώνει την κάθοδο και των δύο όρχεων στο όσχεο. Σε περίπτωση κρυψορχίας, ο όρχις συνήθως ψηλαφάται σε υψηλότερη οσχεϊκή ή βουβωνική θέση. Η κρυψορχία πολλές φορές συγχέεται με τον ανελκώμενο ή ανασπώμενο όρχι (ο οποίος είναι πολύ συχνότερος από την πραγματική κρυψορχία). Σε αυτή την περίπτωση ο όρχις κατέρχεται φυσιολογικά στο όσχεο, αλλά λόγω ισχυρού αντανακλαστικού του κρεμαστήρα μυ, κατά διαστήματα ο όρχις μεταφέρεται σε υψηλότερη θέση. Με αυτό τον τρόπο, οι γονείς πότε βλέπουν τον όρχι στο όσχεο και πότε όχι. Ο ευκολότερος τρόπος για να φανεί ο όρχις (αν είναι ανελκώμενος) είναι το παιδί να λάβει καθιστή θέση, με τις πατούσες του ενωμένες, οι οποίες πρέπει να έρθουν κοντά στο σώμα του. Έτσι, χαλαρώνει και ο όρχις κατέρχεται εντός του οσχέου.

Τα παιδιά υποβάλλονται κατόπιν, σε υπερηχογραφικό έλεγχο, με τον οποίο ιδανικά ανευρίσκεται ο εκτοπικός όρχις (ο οποίος τείνει να είναι υποπλαστικός, ιδιαίτερα αν έχει παραμείνει σε έκτοπη θέση για μεγάλο χρονικό διάστημα).

Υπερηχογράφημα οσχέου σε κρυψορχία. (a)φυσιολογικός όρχις στο όσχεο και (b) υποπλαστικός όρχις εντός του βουνωνικού πόρου.

 

Διαχείρηση και Θεραπεία

Δεδομένου του ότι ο όρχις στην κρυψορχία κατέρχεται εντός του πρώτου έτους, συνήθως το παιδί αρχικά παρακολουθείται από παιδίατρο ή παιδο-ουρολόγο. Σε περιπτώσεις κρυψορχίας με βουβωνική θέση που δεν υπάρχει εξέλιξη μετά από 4-6 μήνες, προτείνεται ορχεοπηξία (παιδο-Ουρολόγος ή παιδο-Χειρουργός). Σε κάποια περιστατικά βουβωνικής κρυψορχίας χορηγείται η β χοριακή γοναδοτροπίνη (ορμόνη) που συχνά βοηθά τον όρχι να λάβει τη  φυσιολογική του θέση (με 10 ενέσεις εντός 5 εβδομάδων).

Σε περιπτώσεις που η κρυψορχία έχει παραμεληθεί, έχοντας έναν όρχι που έχει παραμείνει εκτοπικός χωρίς ορχεοπηξία, οι ασθενείς πρέπει να υποβάλλονται σε απεικονιστικό έλεγχο με μαγνητική τομογραφία, προκειμένου να ανευρεθεί ο έκτοπος όρχις (αν και εφόσον υπάρχει). Αυτό είναι σημαντικό ιδιαίτερα σε νέους ενήλικες, μιας και ο κίνδυνος καρκίνου του όρχι είναι υψηλότερος μεταξύ των 15 και 45 ετών. Σε αυτά τα περιστατικά, ο όρχις αφού βρεθεί, πρέπει είτε να κατέλθει στο όσχεο (χειρουργικά) για να μπορεί να ψηλαφηθεί, αν η θέση του το επιτρέπει, είτε να αφαιρεθεί, προκειμένου να προληφθεί ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου (ειδικά αν πρόκειται για ενδοκοιλιακό όρχι).

Κύστεις επιδιδυμίδας

Κύστεις επιδιδυμίδας

Οι επιδιδυμίδες είναι τα όργανα, που μοιάζουν με λεπτούς σωλήνες, μέσω των οποίων μεταφέρονται τα σπερματοζωάρια από τους όρχεις στην ουρήθρα. Διατρέχουν από τους όρχεις και μέσω των σπερματικών πόρων μαζί με τα νεύρα και τα αγγεία των όρχεων, έχοντας στενές σχέσεις με τις δομές αυτές, αφού συγκρατούνται μαζί με μια λεπτή μεμβράνη.

Οι επιδιδυμίδες, όπως και όλα τα όργανα του ουροποιογεννητικού συστήματος δεν έχουν μικρόβια. Σε περίπτωση οποιασδήποτε φλεγμονής τοπικά το υγρό μπορεί είτε να παγιδευτεί γύρω από τον όρχι (δημιουργώντας υδροκήλη) είτε να εγκυστωθεί στα λεπτά στρώματα της μεμβράνης που περιβάλλει τις επιδιδυμίδες, δημιουργώντας μια ή περισσότερες κύστεις της επιδιδυμίδας. Οι κύστεις αυτές, που μπορεί να συνυπάρχουν με μία υδροκήλη, είναι απολύτως καλοήθεις, αλλά δυστυχώς δε μπορούν να υποστραφούν και να υποχωρήσουν.

Με το πέρασμα του χρόνου οι κύστεις της επιδιδυμίδας είτε παραμένουν σταθερές, είτε μεγαλώνουν σταδιακά. Δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος εξαλλαγής σε καρκίνο, αλλά με τον καιρό μπορούν να γίνουν συμπτωματικές.

Διάγνωση

Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι ασθενείς εμφανίζονται στον Ουρολόγο όταν ψηλαφήσουν κάτι στο όσχεό τους, το οποίο φαίνεται διογκωμένο τοπικά. Ειδικά σε νεαρές ηλικίες (<45 ετών) επείγει η φυσική εξέταση των ασθενών, μιας και τίθεται η διαφορική διάγνωση του καρκίνου του όρχι (ενός εξαιρετικά γρήγορου καρκίνου, που διπλασιάζει τον όγκο του εντός 30-40 ημερών). Με τη φυσική εξέταση, συνήθως καταλαβαίνουμε εύκολα αν η διόγκωση οφείλεται σε βλάβη εντός ή εκτός του όρχι. Όταν υπάρχει και υδροκήλη, η φυσική εξέταση δυσκολεύει και εφόσον υπάρχει η οποιαδήποτε αμφιβολία, ο ασθενής πρέπει να υποβληθεί σε υπερηχογραφικό έλεγχο. Ο υπέρηχος είναι ένα άριστο διαγνωστικό εργαλείο για να αποκλειστεί ο καρκίνος του όρχι, αλλά η διαφορική διάγνωση μεταξύ υδροκήλης και κύστης επιδιδυμίδας, κάποιες φορές δεν είναι τόσο απλή.

Συμπτώματα

Οι κύστεις της επιδιδυμίδας συνήθως δεν παρουσιάζουν σοβαρά συμπτώματα, όσο τουλάχιστον είναι μικρές σε μέγεθος. Όταν ένας άντρας ψηλαφήσει κάτι στο όσχεο, ακόμα και αν γνωρίζει ότι είναι κάτι απολύτως καλοήθες, είναι δύσκολο να σταματήσει να το σκέφτεται. Όσο μεγαλώνει η κύστη, μπορεί να προκαλεί πόνο, μια αίσθηση βάρους και ασφαλώς αισθητικά θέματα.

Διαχείρηση – Θεραπεία

Οι κύστεις τείνουν αρχικά να παρακολουθούνται, μιας και η συντηρητική θεραπεία δεν έχει επιπλοκές. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι οι κύστεις της επιδιδυμίδας δίνουν την κλινική εκτίμηση στην ψηλάφηση ότι είναι μεγαλύτερες από ότι στην πραγματικότητα, μιας και ψηλαφώνται με τους υπερκείμενους ιστούς. Σε πολύ μεγάλες κύστεις, ασθενών σε προχωρημένη ηλικία, μπορεί να προσφερθεί παρακέντηση, αλλά αυτό αποτελεί παρηγορητική αντιμετώπιση, που δε λύνει το πρόβλημα (αντίθετα σε μικρό χρονικό διάστημα το επιδεινώνει).

Οι κύστεις φτάνουν ακόμα και να ξεπεράσουν σε μέγεθος τον όρχι (βλέπε χειρουργική εικόνα). Όταν οι κύστεις είναι τέτοιων διαστάσεων που προκαλούν συστηματικά συμπτώματα, ο ασθενής αποκτά ένδειξη χειρουργείου. Κατά τη χειρουργική επέμβαση, με επισκληρίδιο ή γενική αναισθησία, γίνεται μια μικρή τομή στο όσχεο, για να αφαιρεθεί η κύστη. Αν συνυπάρχει υδροκήλη, διορθώνεται στο ίδιο χειρουργείο.

Πιθανές επιπλοκές, είναι οι ακόλουθες:

  • Σχεδόν όλοι οι ασθενείς θα παρουσιάσουν οίδημα, μια αίσθηση βάρους/πόνου και ερυθρότητα τοπικά, τα οποία διαρκούν αρκετές μέρες. Γενικά το ημιόσχεο που υποβάλλεται σε επέμβαση δίνει μια αίσθηση υπερπλήρωσης (σαν να είναι γεμάτο) λόγω των ραμμάτων και του οιδήματος.
  • 2-5% των ασθενών θα παρουσιάσουν μικρού βαθμού αιμορραγικές επιπλοκές και/ή μόλυνση του τραύματος. Οι επιμολύνσεις αντιμετωπίζονται με αντιβίωση, ενώ σε εξαιρετικά ακραίες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί ακόμα και επανεπέμβαση.
  • 0.5-1% χρόνιο άλγος και αναισθητικές/καρδιολογικές επιπλοκές (που σχετίζονται με θρομβωτικά επεισόδια).

Η κύστη που αφαιρείται δε μπορεί να ξαναδημιουργηθεί, αλλά δε μπορεί να αποκλειστεί ο σχηματισμός άλλων κύστεων στο μέλλον, στην ίδια ή/και στην έτερη επιδιδυμίδα.

Πολύ σημαντικό σημείο είναι το ακόλουθο. Δεδομένο ότι η επέμβαση γίνεται πολύ κοντά στην επιδιδυμίδα, αν σχηματιστεί μεγάλη ποσότητα ουλώδους ιστού κατά τη φάση της επούλωσης, μπορεί να προκληθεί στένωση της επιδιδυμίδας, που δυνητικά μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα (<1%).

Μετά το χειρουργείο ο ασθενής επιστρέφει σπίτι την ίδια ημέρα και επανέρχεται στην καθημερινότητά του σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα.

Καρκίνος του προστάτη

Καρκίνος του προστάτη

Ο καρκίνος του προστάτη είναι ο δεύτερος σε συχνότητα μεταξύ των αντρών και αντιπροσωπεύει το 15% των ογκολογικών περιστατικών στους άντρες. Θεωρείται ότι ιστολογικά έχει την ίδια συχνότητα σε όλες τις ηπείρους, αλλά ο αριθμός των περιστατικών που διαγιγνώσκονται με καρκίνο του προστάτη παρουσιάζεται υψηλότερος στην Σκανδιναβία και Βόρεια Ευρώπη, στην Αυστραλία/Νέα Ζηλανδία και στις Η.Π.Α. Οι λευκοί των χωρών αυτών, αλλά και οι ασθενείς που ανήκουν στη μαύρη φυλή, έχουν υψηλότερα ποσοστά συχνότητας και θνησιμότητας καρκίνου του προστάτη.

Πέρα από το εθνικό/φυλετικό υπόβαθρο, ο κύριος παράγοντας κινδύνου είναι η ηλικία. Το 60% τουλάχιστον των ασθενών με καρκίνο του προστάτη είναι ηλικίας άνω των 65 ετών, ενώ σε κάθε ηλικιακή δεκαετία η πιθανότητα διάγνωσης του καρκίνου του προστάτη αυξάνεται σημαντικά. Ο καρκίνος του προστάτη μπορεί να είναι πολύ συχνός, αλλά παραμένει πάντα ιδιαίτερα αργός.

Ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό έχουν επίσης σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο (η πιθανότητα διάγνωσης καρκίνου του προστάτη αυξάνεται από 5 έως 11 φορές ανάλογα με τον αριθμό των συγγενών πρώτου βαθμού με διάγνωση της νόσου) και για το λόγο αυτό πρέπει να ξεκινούν έλεγχο από ειδικό από την ηλικία των 40.

Είναι επίσης γνωστό ότι πολλά διατροφικά στοιχεία σχετίζονται ποικιλοτρόπως με τον καρκίνο του προστάτη. Ακολουθεί ένας ενδεικτικός πίνακας με τις τροφές που έχουν ισχυρή στατιστική σχέση με τον καρκίνο του προστάτη.

Αλκοόλ Η υψηλή κατανάλωση αλκοόλ, αλλά επίσης και η πλήρης αποχή σχετίζονται με υψηλότερο κίνδυνο καρκίνο προστάτη, αλλά και θανάτου από καρκίνο του προστάτη.
Ντομάτες Τα λυκοπένια στη ντομάτα (κυρίως στη μαγειρεμένη) φαίνεται να έχουν κάποια θετική προστατευτική δράση σχετικά με τον καρκίνο του προστάτη
Φυτοοιστρογόνα (σόγια) Ιδιαίτερα η σόγια φαίνεται να σχετίζεται τόσο με μειωμένο ρίσκο εμφάνισης καρκίνου του προστάτη όσο και με μικρότερη πιθανότητα προχωρημένης νόσου

Πρακτικά δεν υπάρχουν συγκεκριμένες διατροφικές οδηγίες που προλαμβάνουν την εμφάνιση καρκίνου του προστάτη, αν και διατροφή παίζει το ρόλο της. Δεδομένου του ότι οι μεσόγειοι λαοί έχουν χαμηλότερα ποσοστά συχνότητας και θνησιμότητας καρκίνου του προστάτη, μια ισορροπημένη διατροφή (ακολουθόντας τις αρχές της Μεσογιακής Διατροφής) συστήνεται ανεπιφύλακτα.

Φάρμακα

Οι αναστολείς της 5-α-αναγωγάσης (όπως φιναστερίδη και ντουταστερίδη), που χορηγούνται για την καλοήθη υπερπλασία του προστάτη προκειμένου να συρρικνώσουν τον προστάτη, είναι γνωστό ότι μειώνουν στο 50% το PSA (βλέπε παρακάτω). Θεωρείται ότι μειώνουν ή καθυστερούν τη διάγνωση καρκίνου του προστάτη, αλλά αυξάνουν λίγο τον κίνδυνο διάγνωσης πιο προχωρημένης νόσου (ενδεχομένως καθυστερώντας τη διάγνωση).

Η τεστοστερόνη που μπορεί να χορηγηθεί σε περιπτώσεις υπογοναδισμού, δεν προκαλεί καρκίνο του προστάτη (όταν η νόσος δεν υπάρχει), αλλά αν και εφόσον ο καρκίνος του προστάτη είναι ήδη παρόν, τείνει να τον ενεργοποιεί.

Συμπτώματα – Διάγνωση

Ο καρκίνος του προστάτη γενικά δεν παρουσιάζει ειδικά συμπτώματα. Ουρολογικά συμπτώματα που μπορεί να αναφέρει κάποιος ασθενής με καρκίνο του προστάτη σχετίζονται κατά κανόνα με την καλοήθη υπερπλασία του προστάτη, η οποία αποτελεί τη φυσιολογική ωρίμανση του προστάτη μετά τα 40 (δεδομένου ότι όλοι οι ασθενείς με καρκίνο του προστάτη θα είναι μεγαλύτεροι).

Από τα τέλη της δεκαετίας του 80, μπήκε στην κλινική πράξη το PSA, το ειδικό προστατικό αντιγόνο, που τείνει να είναι αυξημένο στο αίμα των ασθενών με καρκίνο του προστάτη. Τo PSA αυξάνεται και σε άλλες περιπτώσεις (όπως καλοήθη υπερπλασία προστάτη, φλεγμωνές, ουρολογικούς χειρισμούς, σεξουαλική πράξη κ.ά.) και γι’αυτό από μόνο του δε θέτει καμία διάγνωση. Το 95% των ασθενών με καρκίνο του προστάτη θα έχει αυξημένο (και  σταθερά αυξανόμενο) PSA, αλλά μόνο το 50% με υψηλό PSA θα διαγνωσθεί με καρκίνο του προστάτη.

Όταν εξετάζουμε το PSA, πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι δεν συνυπάρχει ουρολοίμωξη ή άλλος λόγος για τον οποίο μπορεί το PSA να είναι αυξημένο, ενώ είναι λάθος να γίνεται διερεύνηση με βάση ένα μόνο PSA. Η εξέταση αυτή καλό είναι να επαναλαμβάνεται στο ίδιο εργαστήριο (σε διάστημα 2-3 εβδομάδων) έτσι ώστε να έχουμε επιβεβαίωση της τιμής. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία πόσο ψηλή είναι η συγκέντρωση του PSA, όσο πώς το PSA μεταβάλλεται στο χρόνο.

Το PSA χρεισημοποιείται μαζί με τη δακτυλική εξέταση του προστάτη από ουρολόγο, ενώ πλέον υπάρχουν νέα διαγνωστικά εργαλεία (με σημαντικότερο την πολυπαραμετρική μαγνητική τομογραφία του προστάτη) για τη σωστή διερεύνηση των ασθενών. Με την πλήρη διερεύνηση του ασθενούς, ο ουρολόγος πρέπει να απαντήσει σε μια ξεκάθαρη ερώτηση.

Υπάρχει λόγος/ένδειξη για να υποβληθεί ο ασθενής σε βιοψία προστάτη?

Αν υπάρχει ισχυρή κλινική υποψία καρκίνου του προστάτη (με βάση το PSA, τη δακτυλική εξέταση ή/και τη μαγνητική), τότε ο ασθενής πρέπει να κάνει βιοψία προκειμένου να επιβεβαιωθεί η κλινική υποψία. Δυστυχώς δεν είναι δυνατόν να αποκλειστεί ο καρκίνος του προστάτη, ποτέ και από κανέναν. Ο μοναδικός τρόπος για να γίνει αυτό, θα ήταν να αφαιρεθεί ο προστάτης και αφού εξεταστεί με μικροσκόπιο να καταλήξουμε στο ότι δεν υπήρχε καρκίνος στον προστάτη (χειρισμός καθόλου πρακτικός).

Επί θετικής βιοψίας, ξέρουμε ότι υπάρχει καρκίνος του προστάτη, αλλά επί αρνητικής βιοψίας, είτε δεν υπάρχει καρκίνος, είτε η βιοψία απέτυχε να τον εντοπίσει.

Διαγνώστηκα με καρκίνο του προστάτη – τώρα?

Οι ασθενείς που θα βρεθούν να έχουν καρκίνο του προστάτη, πρέπει να υποβληθούν σε αυτό που ονομάζουμε σταδιοποίηση. Πρέπει να γνωρίζουμε δηλαδή, τι κύτταρα καρκίνου υπάρχουν (πόσο επιθετικά είναι δηλαδή), αν έχουν περάσει την προστατική κάψα, αν έχουν διηθήσει τοπικούς ή μακρινούς λεμφαδένες και βεβαίως αν έχουν δώσει μεταστάσεις σε άλλα όργανα (τα οστά της λεκάνης είναι η πιο συνηθισμένη αρχική μετάσταση).

Με βάση το στάδιο θα εξαρτηθεί η διαχείριση ή και η θεραπεία του ασθενούς.

Θεραπεία

Ο καρκίνος του προστάτη μπορεί να αφορά πολύ λίγα κύτταρα που βρίσκονται σε αδρανή ή ημιαδρανή κατάσταση. Πράγματι, τις περισσότερες φορές οι ασθενείς πεθαίνουν με καρκίνο του προστάτη (κάποιοι ούτε καν γνωρίζουν για τη νόσο), αλλά όχι από καρκίνο του προστάτη. Βαθμολογούμε την επιθετικότητα των κυττάρων με το Gleason pattern και score. Το Gleason pattern πηγαίνει από 1 έως 5, όπου 1 είναι τα φυσιολογικά κύτταρα του προστάτη, 2 είναι άτυπα (όχι καρκίνος), ενώ το 3, 4 και 5 είναι καρκινικά κύτταρα (το 3 είναι τα λιγότερο επιθετικά, ενώ το pattern 5 σχετίζεται με τις πιο επιθετικές μορφές της νόσου).

Με βάση το PSA διάγνωσης, τη δακτυλική, τα ευρήματα της μαγνητικής τομογραφίας και ασφαλώς την ιστολογική έκθεση, μπορούμε να πούμε αν η νόσος είναι χαμηλού, ενδιάμεσου ή υψηλού κινδύνου. Σε περιπτώσεις χαμηλού κινδύνου και ασθενείς που είναι μεγάλης ηλικίας, με μέσο προς χαμηλό προσδόκιμο επιβίωσης, μπορεί να μη χρειάζεται και καμία θεραπεία. Σε κάθε περίπτωση βέβαια απαιτείται τακτική παρακολούθηση, έτσι ώστε αν αλλάξει κάτι, να μπορεί ο ασθενής να παραπεμθεί στην κατάλληλη θεραπευτική επιλογή (αν και εφόσον αποκτήσει ένδειξη).

Υπάρχουν ασθενείς, που γνωρίζουμε ότι θα χρειαστούν θεραπεία. Η πιο γνωστή είναι η ριζική προστατεκτομή, μια επέμβαση κατά την οποία αφαιρείται ο προστάτης στο σύνολό του, μαζί με την κάψα του, τις σπερματοδόχες κύστεις και το τελικό τμήμα των επιδιδυμίδων. Κατόπιν, αναστομώνεται η ουρήθρα κατευθείαν με την ουροδόχο κύστη. Αυτή η επέμβαση, αποτελεί το λεγόμενο χρυσό κανόνα εδώ και 3 δεκαετίες, μιας και αφαιρόντας τον προστάτη, αν και εφόσον αποδειχτεί με την ιστολογική, ότι ο καρκίνος ήταν μόνο μέσα στην κάψα, επιτυγχάνεται η πλήρης ίαση.

Η ριζική προστατεκτομή έχει ως κύριες πιθανές επιπλοκές την απώλεια της στυτικής λειτουργίας και την ακράτεια ούρων. Με την απόκτηση εμπειρίας, αλλά και με την τεχνολογική εξέλιξη (αρχικά με τη λαπαροσκοπική και κατόπιν με τη ρομποτική προστατεκτομη), οι πιθανές αυτές επιπλοκές τείνουν να μειώνονται, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχουν μηδενιστεί.

Εναλλακτικά οι ασθενείς μπορούν να υποβληθούν σε ακτινοβολίες, με τις οποίες ακτινοβολούνται τα καρκινικά κύτταρα, αλλά παράλληλα φυσιολογικά κύτταρα θα παρουσιάσουν βλάβες. Πέρα από την πιθανή στυτική δυσλειτουργία και την ακράτεια, υπάρχουν επιπλέον πιθανές επιπλοκές, όπως έντονα δυσουρικά ενοχλήματα, εντερικά συμπτώματα, ερεθισμός του δέρματος, δευτεροπαθή νεοπλάσματα κ.ά.

Η βραχυθεραπεία (εισαγωγή ραδιενεργών κοκκίων εντός του προστάτη) υπήρξε αρκετά δημοφιλής στο παρελθόν, ιδιαίτερα στις Η.Π.Α., αλλά οι ασθενείς με τόσο χαμηλού κινδύνου καρκίνο πλέον απλά παρακολουθούνται. Την τελευταία δεκαετία και με την εισαγωγή της πολυπαραμετρικής μαγνητικής τομογραφίας (με την οποία μπορούμε να δούμε τις περισσότερες καρκινικές βλάβες εντός του προστάτη) έχουν αναπτυχθεί οι Εστιακές Θεραπείες (κυρίως το HIFU και η Κρυοθεραπεία), με τις οποίες υποβάλλεται σε θεραπεία μόνο το μέρος του προστάτη το οποίο έχει νόσο, με κλινικά σημαντικά λιγότερες λειτουργικές επιπλοκές και πολύ καλά ογκολογικά αποτελέσματα, αν και εφόσον οι θεραπείες αυτές χορηγηθούν από Ουρολόγο με εμπειρία στον τομέα αυτό.

Τέλος, η ορμονοθεραπεία (χορήγηση αντιανδρογόνων που καταστέλουν την τεστοστερόνη) είναι μια ισχυρότατη θεραπεία με άριστα αποτελέσματα, αλλά σπάνια χορηγείται σα μονοθεραπεία. Υπάρχουν μια σειρά από παρενέργειες, που είναι γενικά ανεκτές, αλλά δυστυχώς με το πέρασμα του χρόνου, κάποια καρκινικά κύτταρα θα γίνουν ορμονοάντοχα και πλέον η διαχείρηση περνάει στους ογκολόγους με χημειοθεραπευτικά σκευάσματα.

 

Το βασικά σημεία σχετικά με τον καρκίνο του προστάτη είναι τα εξής:

 

  • Σπάνια έχουμε συμπτώματα, χρειάζεται τακτικός έλεγχος σε ετήσια βάση από ουρολόγο με PSA και δακτυλική (από τα 50), ιδιαίτερα αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό (σε αυτή την περίπτωση κάνω το πρώτο PSA στα 40).
  • Ο καρκίνος του προστάτη δε μπορεί να αποκλειστεί ποτέ και από κανέναν.
  • Η διάγνωση σε πρώιμο στάδιο, όσο ο καρκίνος του προστάτη είναι εντοπισμένος εντός της κάψας, κάνει την πλήρη ίαση εξαιρετικά πιθανή.
  • Οι περισσότεροι ασθενείς θα είναι σε θέση να διαλέξουν ανάμεσα από πληθώρα θεραπευτικών επιλογών, αν και εφόσον διαγνωσθούν εγκαίρως.
  • Η διάγνωση της νόσου σε προχωρημένο στάδιο δεν επιτρέπει την πλήρη ίαση, αλλά μπορούμε να διαχειριστούμε σχεδόν το σύνολο των επιπλοκών της νόσου, φτάνει να υπάρχει τακτικός έλεγχος.
  • Ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών μπορεί να χρειαστούν παραπάνω από μία θεραπεία κατά τη διάρκεια της ζωής τους (π.χ. ακτινοβολίες μετά από την επέμβαση ή ορμονοθεραπεία μετά τις ακτινοβολίες).
Κύστεις νεφρού

Κύστεις νεφρού

Τα τελευταία είκοσι χρόνια, με την ευρεία χρήση απεικονιστικών διαγνωστικών μέσων, και ιδιαίτερα των υπερήχων και της αξονικής τομογραφίας, πολλοί ασθενείς μαθαίνουν ότι έχουν κάποια ή κάποιες κύστεις στους νεφρούς. Οι κύστεις αυτές είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία τυχαίο εύρημα και τις περισσότερες φορές χρειάζονται μόνο τακτική παρακολούθηση.

Η νεφρική κύστη είναι μια καλοήθης κύστη με ομαλά τοιχώματα που ξεχωρίζουν από το νεφρικό παρέγχυμα και περιέχει διαυγές υγρό. Μπορεί να υπάρχουν περισσότερες από μια κύστεις στο ίδιο ή και στα δύο νεφρά. Πέραν των απλών κύστεων, υπάρχει και μια νόσος, η οποία λέγεται πολυκυστική νόσος των νεφρών, όπου οι νεφροί παρουσιάζουν διάχυτα πολλαπλές κύστεις. Η πολυκυστική νόσος των νεφρών είναι κληρονομική ενώ με το πέρασμα του χρόνου οι κύστεις μεγαλώνουν σε μέγεθος, καταστρέφοντας τους νεφρούς, οι οποίοι αυξάνονται και αυτοί σημαντικά σε διαστάσεις.

                                                            Φυσιολογικός νεφρός (αριστερά) και νεφρός με Πολυκυστική Νόσο (δεξιά).

 

Οι απλές κύστεις αντίθετα τείνουν να είναι ακίνδυνες. Δεδομένου του ότι συνήθως δεν προκαλούν συμπτώματα, οι περισσότεροι ασθενείς με κύστεις ούτε καν θα γνωρίζουν ότι τις έχουν, έως ότου κάνουν κάποιο υπερηχογράφημα (συνήθως για άλλο λόγο) και τις ανακαλύψουν.

Το μέγεθος των απλών κύστεων έχει μεγάλη κλινική σημασία. Υπάρχουν κύστεις τόσο μικρές που φαίνονται μόνο με μικροσκόπιο, άλλες που έχουν μέγιστη διάμετρο μερικών εκατοστών, ενώ σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να είναι τόσο μεγάλες που πιέζουν παραπλήσια όργανα. Η πίεση στα όργανα αυτά προκαλούν συμπτώματα.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα προκαλούνται όταν οι κύστεις γίνουν αρκετά μεγάλες ή αν επιμολυνθούν. Συμπτώματα που μπορεί να δώσουν οι κύστεις είναι τα ακόλουθα:

  • Πυρετός
  • Πόνος στην οσφύ ή στην άνω κοιλία
  • Διάταση της κοιλίας
  • Συχνοουρία
  • Αίμα στα ούρα
  • Σκούρα ούρα

Η πολυκυστική νόσος των νεφρών, εκτός του πόνου στην οσφύ και την αιματουρία μπορεί προκαλέσει επίσης αρτηριακή υπέρταση.

Αίτια και παράγοντες κινδύνου

Τα ακριβή αίτια που προκαλούν τον σχηματισμό των απλών κύστεων δεν είναι γνωστά (με εξαίρεση την Πολυκυστική Νεφρική Νόσο που είναι κληρονομική). Υπάρχουν παρ’ολα αυτά μερικές θεωρίες για το σχηματισμό τους. Μέσα στους νεφρούς υπάρχουν περίπου 1 εκατομμύριο μικροσκοπικές νεφρικές μονάδες που ονομάζονται νεφρώνες, μέσα στους οποίους σχηματίζονται τα ούρα. Όταν κάποιος νεφρώνας αποφραχθεί, γεμίζει με υγρό, διογκώνεται και πιθανόν σχηματίζεται η κύστη. Μία άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι ένα αδύναμο σημείο στο τοίχωμα του νεφρώνα, μπορεί να δημιουργήσει ένα εκκόλπωμα (σα μια μικρή σπηλιά) και εκεί να δημιουργηθεί η κύστη.

Οι κύστεις είναι πιο πιθανές να δημιουργηθούν με το πέρασμα της ηλικίας. Το 25% των ανθρώπων στην ηλικία των 40 θα έχει κάποια κύστη, ενώ στα 50, ο μισός πληθυσμός θα έχει κύστη ή κύστεις. Οι άντρες φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν κύστεις στους νεφρούς.

Επιπλοκές

Όπως έχει ήδη αναφερθεί οι κύστεις κατά κανόνα δεν προκαλούν προβλήματα. Παρ’ολα αυτά κάποιες φορές οδηγούν σε επιπλοκές, που περιλαμβάνουν:

  • Επιμόλυνση
  • Ρήξη της κύστης
  • Απόφραξη της αποβολής των ούρων
  • Αρτηριακή υπέρταση

Σε ότι αφορά τους ασθενείς με Πολυκυστική Νόσο των Νεφρών, σταδιακά τα νεφρά υπολειτουργούν όλο και περισσότερο, φτάνοντας σε πλήρη νεφρική ανεπάρκεια (οι μισοί ασθενείς ηλικίας 60 ετών θα χρειαστούν συστηματική αιμοκάθαρση σε τεχνητό νεφρό).

Σταδιοποίηση

Οι κύστεις ταξινομούνται με βάση τα ακτινολογικά χαρακτηριστικά τους σε απλές και σε επιπλεγμένες. Το σύστημα ταξινόμησης ονομάζεται Bozniak και χωρίζει τις κύστεις στις απλές (που έχουν μέσα μόνο υγρό ή κάποιο μικρό διαφραγμάτιο), αλλά επίσης περιγράφει τις κύστεις που παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο εξαλλαγής σε κυστικό όγκο (καρκίνο). Οι κύστεις που είναι σταδίου ΙΙF και πάνω παρακολουθούνται τακτικά με υπερηχογραφημα νεφρών και αξονική τομογραφία (τα διαστήματα καθορίζονται ανάλογα με το μέγεθος, τα χαρακτηριστικά και κατά πόσο μπορεί να μεταβάλλονται οι κύστεις στο χρόνο).

Θεραπεία

Το μέγεθος και η θέση της κύστης, αλλά και τα ακτινολογικά χαρακτηριστικά της, θα καθορίσουν τη διαχείρηση ή και την πιθανή αντιμετώπιση. Οι κύστεις σταδίου Ι και ΙΙ δε χρειάζονται θεραπεία, αλλά ούτε και παρακολούθηση (ιδιαίτερα αν υπάρχουν πάνω από δύο εξετάσεις που επιβεβαιώνουν το μέγεθος και το στάδιο της κύστης).

Οι κύστεις σταδίου ΙΙF έχουν ένα μικρό κίνδυνο εξαλλαγής (5%) και για αυτό χρειάζονται παρακολούθηση για κάποιο διάστημα (το οποίο εξαρτάται από πολλούς παράγοντες).

Οι κύστεις σταδίου ΙΙΙ και IV απαιτούν χειρουργική αφαίρεση.

Σε κάποια επιλεγμένα περιστατικά μπορεί να προσφερθεί σκληροθεραπεία, μια ελάχιστα επεμβατική μέθοδος, κατά την οποία η κύστη παροχετεύεται και κατόπιν χορηγείται ένα υγρό που ουλοποιεί τα τοιχώματα της κύστης.

 

Καρκίνος του νεφρού

Καρκίνος του νεφρού

Καρκίνος του νεφρού

Ο καρκίνος του νεφρού εμφανίζεται συχνότερα σε ενήλικες ηλικίας μεταξύ 60 και 80 ετών, ενώ είναι σπάνιος κάτω από τα 50. Είναι συνήθως ιάσιμος, αν και εφόσον διαγνωσθεί έγκαιρα. Στις περιπτώσεις που διαγνωσθεί σε προχωρημένο στάδιο, η πλήρης ίαση πιθανόν να μην είναι δυνατή. Υπάρχουν διάφοροι ιστολογικοί τύποι νεφρικού καρκίνου, με συχνότερο το καρκίνωμα νεφρικών κυττάρων (renal cell carcinoma, RCC).

Συμπτώματα καρκίνου του νεφρού

Παλαιότερα η διάγνωση του καρκίνου του νεφρού γίνονταν με βάση τη διαγνωστική τριάδα αιματουρίας, πόνου στην περιοχή του νεφρού και παρουσία ψηλαφητής μάζας. Αυτά ισχύουν για ευμεγέθεις όγκους των νεφρών, οι οποίοι δεν συναντώνται πλέον συχνά, λόγω της ευρήτατης χρήσης απεικονιστικών μέσων (κυρίως του υπερήχου και της αξονικής) με τα οποία βρίσκουμε κατά κανόνα τυχαία, μικρούς σε διαστάσεις όγκους. Το συχνότερο σύμπτωμα είναι το αίμα στα ούρα, ενώ πολύ σπανιότερα μπορεί να αναφερθεί πόνος από τους ασθενείς.

Αίτια καρκίνου του νεφρού

Δε γνωρίζουμε την ακριβή αιτιολογία του καρκίνου του νεφρού, αλλά γνωστοί προδιαθεσικοί παράγοντες είναι:

  • Παχυσαρκία, με Δείκτη Μάζας Σώματος (ΒΜΙ) μεγαλύτερο ή ίσο του 30.
  • Κάπνισμα
  • Αρτηριακή υπέρταση
  • Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του νεφρού σε συγγενείς πρώτου βαθμού
  • Κάποια γενετικά νοσήματα
  • Ιστορικό μεγάλης διάρκειας αιμοκάθαρσης

Η διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους, με φυσιολογική αρτηριακή πίεση, σε συνδυασμό με την αποφυγή του καπνίσματος αποτελεί τον καλύτερο τρόπο να μειώσει κανείς την πιθανότητα να αναπτύξει καρκίνο στους νεφρούς.

Θεραπεία του καρκίνου του νεφρού

Η κατάλληλη θεραπεία για έναν ή μία ασθενή με καρκίνο του νεφρού εξαρτάται από το μέγεθος του όγκου και από το αν υπάρχουν μεταστάσεις. Οι κύριες θεραπευτικές επιλογές είναι:

  • Η χειρουργική αφαίρεση τμήματος ή όλου του νεφρού με καρκίνο (συχνότερη επιλογή)
  • Κάποιες εστιακές θεραπείες, όπως κρυοθεραπεία ή ραδιοκύματα (αρκετά διαδεδομένες στο εξωτερικό).
  • Βιολογικές θεραπείες – με φάρμακα που βοηθούν να σταματήσει να αναπτύσσεται ο καρκίνος.
  • Εμβολισμός, με μια διαδικασία που μπλοκάρει την παροχή του αίματος στον καρκίνο
  • Ακτινοβολίες.

Πρόγνωση του καρκίνου του νεφρού

Η πρόγνωση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το μέγεθος του όγκου, τη θέση του και κατά πόσο έχουν διαφύγει τα καρκινικά κύτταρα από το νεφρό, κατά το χρόνος της διάγνωσης.

Αν ο όγκος είναι ακόμα μικρός και βρίσκεται μέσα στο νεφρό, με τη χειρουργική αφαίρεση συνήθως επιτυχγάνεται πλήρης ίαση. Υπάρχουν κάποιοι πολύ μικροί όγκοι, με πολύ αργή ανάπτυξη, που μπορεί να μη χρειαστούν καμία θεραπεία – τουλάχιστον από την αρχή (ιδιαίτερα όταν οι ασθενείς είναι μεγάλης ηλικίας με μικρό προσδόκιμο επιβίωσης).

Αν ο καρκίνος έχει προχωρήσει εκτός του νεφρού, με τις θεραπείες προσπαθούμε να ελέξουμε τον καρκίνο, αλλά η πλήρης θεραπεία συνήθως δεν είναι δυνατή. Κάποιοι ασθενείς μπορεί να χειροτερεύσουν γρήγορα, ενώ άλλοι μπορεί να επιβιώσουν για αρκετά χρόνια, παρά την παρουσία ενός τέτοιου καρκίνου.

Περίπου 7 στους 10 ασθενείς ζουν τουλάχιστον ένα χρόνο από την αρχική διάγνωση ενώ το 50% θα ζήσει για τουλάχιστον 10 έτη.

Καρκίνος του όρχι

Καρκίνος του όρχι

Καρκίνος του όρχι

Ο καρκίνος του όρχι, αν και είναι αρκετά σπάνιος, αποτελεί το συχνότερο καρκίνο συμπαγούς οργάνου στους άντρες ηλικίας από 15 έως 44 ετών. Ευτυχώς, είναι κατά κανόνα απόλυτα ιάσιμος, με συνολική 5ετή επιβίωση 97%.

Συμπτώματα

Τυπικά, ο καρκίνος του όρχι παρουσιάζεται σα μια ανώδυνη διόγκωση του όρχι που αυξάνει τις διαστάσεις του ταχύτατα. Το 20% περίπου των ασθενών μπορεί να έχουν πόνο τοπικά, γεγονός που μπορεί να καθυστερήσει τη διάγνωση, μιας και δίνει την εντύπωση μίας φλεγμονής του όρχι (ορχίτιδα) ή της επιδιδυμίδας (επιδιδυμίτιδα). Αν και η πρώιμη διάγνωση είναι σημαντική, η συνολική πρόγνωση είναι εξαιρετική, ακόμα και αν η νόσος διαγνωσθεί σε προχωρημένο στάδιο.

Παράγοντες κινδύνου

Οι κυριότεροι είναι οι εξής:

  • Ιστορικό κρυψορχίας (όταν ο όρχις δεν κατεβαίνει δηλαδή φυσιολογικά στο όσχεο)
  • Υπογονιμότητα (με παθολογικούς ή/και μικρότερους όρχεις)
  • Οικογενιακό ιστορικό καρκίνου των όρχεων (που αυξάνει τον κίνδυνο έως 10 φορές)
  • Λευκή φυλή
  • Ιστορικό όγκου στον έτερο όρχι (αυξάνει 12 φορές τον κίνδυνο).

Κλινικές εκδηλώσεις

Δεδομένου του ότι ο καρκίνος του όρχι είναι ένας εξαιρετικά γρήγορος (διπλασιάζει τον όγκο του σε 30-45 ημέρες) παρουσιάζεται συνήθως σα μια ψηλαφητή μάζα εντός του οσχέου, που μεγαλώνει γρήγορα και ανώδυνα. Οι ασθενείς όμως μπορεί επίσης να παρουσιάσουν:

  • Δευτερογενή υδροκήλη (αντιδραστική συλλογή υγρού γύρω από τον όρχι)
  • Παρανεοπλαστικά σύνδρομα (όταν ορμόνες που παράγονται από τον όγκο προκαλούν ενδοκρινολογικά συμπτώματα)
  • Μη ειδικά γενικά συμπτώματα (απώλεια βάρους, πυρετό, κόπωση, ρίγη, νυχτερινή εφύδρωση, μείωση της όρεξης κ.ά.)
  • Συμπτώματα μεταστατικής νόσου (π.χ. κοιλιακό άλγος από τους λεμφαδένες, αιμόπτυση από πνευμονικές μεταστάσεις, πονοκέφαλο από εγκεφαλικές μεταστάσεις).

Διάγνωση

Οποιαδήποτε κλινικά ύποπτη διόγκωση του οσχέου πρέπει να εξεταστεί από ειδικό ιατρό άμεσα. Δεδομένης της ταχύτατης ανάπτυξης της νόσου μετά την αρχική φυσική εξέταση, ο ασθενής πρέπει να υποβάλεται σε υπερηχογράφημα οσχέου για να αποκλειστεί (ή να επιβεβαιωθεί), η παρουσία μάζας εντός του όρχι. Ο υπέρηχος έχει υψηλότατη ειδικότητα και ευαισθησία στη διερεύνηση όγκων του όρχι. Κατά τον λοιπό απεικονιστικό έλεγχο, μπορεί να φανούν παθολογικά διογκωμένοι λεμφαδένες.

Αν και εφόσον φανεί όγκος εντός του όρχι, οι ασθενείς πρέπει να κάνουν αιματολογικές εξετάσεις (για καρκινικούς δείκτες) και αξονική τομογραφία κοιλίας και θώρακα για να ολοκληρωθεί η σταδιοποίηση. Οι καρκινικοί δείκτες που απαιτούνται είναι η α-FP (α-φετοπρωτεΐνη) και η βHCG (β χοριακή γοναδοτροπίνη). Ανάλογα με την ιστολογική μορφή του όγκου μπορεί να παράγεται ένας, και οι δύο, αλλά κάποιες φορές και κανένας από αυτούς τους δείκτες. Στους νέους αυτούς ασθενείς ζητάμε επίσης και την LDH, μια υδρογονάση, η οποία δεν είναι ειδικός καρκινικός δείκτης του καρκίνου του όρχι, αλλά η συγκέντρωσή της είναι ποσοτικός δείκτης του όγκου (όσο περισσότερα καρκινικά κύτταρα υπάρχουν δηλαδή, τόσο υψηλότερη είναι η συγκέντρωσή της στο αίμα).

Βιοψία του όρχι

Οποιοσδήποτε όγκος του όρχι απαιτεί άμεση χειρουργική αφαίρεση, με μία τομή που γίνεται στη βουβωνική χώρα (όμοια με αυτή της χειρουργικής αποκατάστασης της βουβωνοκήλης). Απαγορεύεται οποιοσδήποτε χειρουργικός χειρισμός με τομή στο όσχεο, αν υπάρχει η παραμικρή υποψία καρκίνου στον όρχι (για να αποφευχθεί η διασπορά της νόσου). Μετά την αρχική τομή, τοποθετείται μια λαβίδα που μπλοκάρει τα στοιχεία του τόνου (τα αγγεία δηλαδή του όρχι, με την επιδιδυμίδα, μέσω της οποίας περνούν τα σπερματοζωάρια για να καταλήξουν στην ουρήθρα) και όλος ο όρχις αποκαλύπτεται, πρωτού αφαιρεθεί.

Αν υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία, μπορεί να σταλεί ταχεία βιοψία (για να επιβεβαιώσει τη νόσο, πρωτού αφαιρεθεί ο όρχις), αλλά αν η οριστική βιοψία (που βγαίνει 2-3 μέρες αργότερα) αναδείξει καρκίνο, ο ασθενής πρέπει να επιστρέψει στο χειρουργείο για να υποβληθεί σε αφαίρεση. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο για το οποίο ο ασθενής πρέπει να είναι ενήμερος και προετοιμασμένος.

Αμέσως μετά την αφαίρεση του όρχι, μπορεί να τοποθετηθεί μία πρόθεση σιλικόνης, έτσι ώστε το όσχεο να δείχνει αισθητικά φυσιολογικό. Η τελική ιστολογική εξέταση του παρασκευάσματος (του όρχι που αφαιρέθηκε) θα καθορίσει το στάδιο, με βάση το οποίο προγραμματίζεται η περαιτέρω παρακολούθηση, αλλά ίσως και θεραπεία (κάποιες φορές χρειάζεται συμπληρωματικά χημειοθεραπεία).

Εδώ σημειώνουμε ότι η καρκίνος του όρχι είναι το νεόπλασμα που απαντά καλύτερα από τα περισσότερα άλλα στη χημειοθεραπεία (με βάση την πλατίνα), την οποία προγραμματίζει ειδικός ογκολόγος. Η χημειοθεραπεία διαρκεί λίγες εβδομάδες και η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών θεραπευέται πλήρως.

Αν έχετε την οποιαδήποτε αμφιβολία για κάποιο εύρημα εντός του οσχέου, επικοινωνήστε άμεσα με τη γραμματεία του ιατρείου μας και ζητήστε επείγον ραντεβού, για ψηλαφητό μόρφωμα οσχέου.