Γρηγόριος Λαμπρινός M.D. F.E.B.U.

Χειρουργός Ουρολόγος Ανδρολόγος

Στοιχεία επικοινωνίας
Ιατρείο: 210-59.86.795
Γραμματεία: 6988-60.69.92
info@lamprinos.gr

Στοιχεία επικοινωνίας

Ιατρείο: 210-59.86.795 – Γραμματεία: 6988-60.69.92

info@lamprinos.gr

Αρχική » Παθήσεις » ΓΕΝΙΚΗ ΟΥΡΟΛΟΓΙΑ
Κύστεις νεφρού

Κύστεις νεφρού

Τα τελευταία είκοσι χρόνια, με την ευρεία χρήση απεικονιστικών διαγνωστικών μέσων, και ιδιαίτερα των υπερήχων και της αξονικής τομογραφίας, πολλοί ασθενείς μαθαίνουν ότι έχουν κάποια ή κάποιες κύστεις στους νεφρούς. Οι κύστεις αυτές είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία τυχαίο εύρημα και τις περισσότερες φορές χρειάζονται μόνο τακτική παρακολούθηση.

Η νεφρική κύστη είναι μια καλοήθης κύστη με ομαλά τοιχώματα που ξεχωρίζουν από το νεφρικό παρέγχυμα και περιέχει διαυγές υγρό. Μπορεί να υπάρχουν περισσότερες από μια κύστεις στο ίδιο ή και στα δύο νεφρά. Πέραν των απλών κύστεων, υπάρχει και μια νόσος, η οποία λέγεται πολυκυστική νόσος των νεφρών, όπου οι νεφροί παρουσιάζουν διάχυτα πολλαπλές κύστεις. Η πολυκυστική νόσος των νεφρών είναι κληρονομική ενώ με το πέρασμα του χρόνου οι κύστεις μεγαλώνουν σε μέγεθος, καταστρέφοντας τους νεφρούς, οι οποίοι αυξάνονται και αυτοί σημαντικά σε διαστάσεις.

                                                            Φυσιολογικός νεφρός (αριστερά) και νεφρός με Πολυκυστική Νόσο (δεξιά).

 

Οι απλές κύστεις αντίθετα τείνουν να είναι ακίνδυνες. Δεδομένου του ότι συνήθως δεν προκαλούν συμπτώματα, οι περισσότεροι ασθενείς με κύστεις ούτε καν θα γνωρίζουν ότι τις έχουν, έως ότου κάνουν κάποιο υπερηχογράφημα (συνήθως για άλλο λόγο) και τις ανακαλύψουν.

Το μέγεθος των απλών κύστεων έχει μεγάλη κλινική σημασία. Υπάρχουν κύστεις τόσο μικρές που φαίνονται μόνο με μικροσκόπιο, άλλες που έχουν μέγιστη διάμετρο μερικών εκατοστών, ενώ σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να είναι τόσο μεγάλες που πιέζουν παραπλήσια όργανα. Η πίεση στα όργανα αυτά προκαλούν συμπτώματα.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα προκαλούνται όταν οι κύστεις γίνουν αρκετά μεγάλες ή αν επιμολυνθούν. Συμπτώματα που μπορεί να δώσουν οι κύστεις είναι τα ακόλουθα:

  • Πυρετός
  • Πόνος στην οσφύ ή στην άνω κοιλία
  • Διάταση της κοιλίας
  • Συχνοουρία
  • Αίμα στα ούρα
  • Σκούρα ούρα

Η πολυκυστική νόσος των νεφρών, εκτός του πόνου στην οσφύ και την αιματουρία μπορεί προκαλέσει επίσης αρτηριακή υπέρταση.

Αίτια και παράγοντες κινδύνου

Τα ακριβή αίτια που προκαλούν τον σχηματισμό των απλών κύστεων δεν είναι γνωστά (με εξαίρεση την Πολυκυστική Νεφρική Νόσο που είναι κληρονομική). Υπάρχουν παρ’ολα αυτά μερικές θεωρίες για το σχηματισμό τους. Μέσα στους νεφρούς υπάρχουν περίπου 1 εκατομμύριο μικροσκοπικές νεφρικές μονάδες που ονομάζονται νεφρώνες, μέσα στους οποίους σχηματίζονται τα ούρα. Όταν κάποιος νεφρώνας αποφραχθεί, γεμίζει με υγρό, διογκώνεται και πιθανόν σχηματίζεται η κύστη. Μία άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι ένα αδύναμο σημείο στο τοίχωμα του νεφρώνα, μπορεί να δημιουργήσει ένα εκκόλπωμα (σα μια μικρή σπηλιά) και εκεί να δημιουργηθεί η κύστη.

Οι κύστεις είναι πιο πιθανές να δημιουργηθούν με το πέρασμα της ηλικίας. Το 25% των ανθρώπων στην ηλικία των 40 θα έχει κάποια κύστη, ενώ στα 50, ο μισός πληθυσμός θα έχει κύστη ή κύστεις. Οι άντρες φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν κύστεις στους νεφρούς.

Επιπλοκές

Όπως έχει ήδη αναφερθεί οι κύστεις κατά κανόνα δεν προκαλούν προβλήματα. Παρ’ολα αυτά κάποιες φορές οδηγούν σε επιπλοκές, που περιλαμβάνουν:

  • Επιμόλυνση
  • Ρήξη της κύστης
  • Απόφραξη της αποβολής των ούρων
  • Αρτηριακή υπέρταση

Σε ότι αφορά τους ασθενείς με Πολυκυστική Νόσο των Νεφρών, σταδιακά τα νεφρά υπολειτουργούν όλο και περισσότερο, φτάνοντας σε πλήρη νεφρική ανεπάρκεια (οι μισοί ασθενείς ηλικίας 60 ετών θα χρειαστούν συστηματική αιμοκάθαρση σε τεχνητό νεφρό).

Σταδιοποίηση

Οι κύστεις ταξινομούνται με βάση τα ακτινολογικά χαρακτηριστικά τους σε απλές και σε επιπλεγμένες. Το σύστημα ταξινόμησης ονομάζεται Bozniak και χωρίζει τις κύστεις στις απλές (που έχουν μέσα μόνο υγρό ή κάποιο μικρό διαφραγμάτιο), αλλά επίσης περιγράφει τις κύστεις που παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο εξαλλαγής σε κυστικό όγκο (καρκίνο). Οι κύστεις που είναι σταδίου ΙΙF και πάνω παρακολουθούνται τακτικά με υπερηχογραφημα νεφρών και αξονική τομογραφία (τα διαστήματα καθορίζονται ανάλογα με το μέγεθος, τα χαρακτηριστικά και κατά πόσο μπορεί να μεταβάλλονται οι κύστεις στο χρόνο).

Θεραπεία

Το μέγεθος και η θέση της κύστης, αλλά και τα ακτινολογικά χαρακτηριστικά της, θα καθορίσουν τη διαχείρηση ή και την πιθανή αντιμετώπιση. Οι κύστεις σταδίου Ι και ΙΙ δε χρειάζονται θεραπεία, αλλά ούτε και παρακολούθηση (ιδιαίτερα αν υπάρχουν πάνω από δύο εξετάσεις που επιβεβαιώνουν το μέγεθος και το στάδιο της κύστης).

Οι κύστεις σταδίου ΙΙF έχουν ένα μικρό κίνδυνο εξαλλαγής (5%) και για αυτό χρειάζονται παρακολούθηση για κάποιο διάστημα (το οποίο εξαρτάται από πολλούς παράγοντες).

Οι κύστεις σταδίου ΙΙΙ και IV απαιτούν χειρουργική αφαίρεση.

Σε κάποια επιλεγμένα περιστατικά μπορεί να προσφερθεί σκληροθεραπεία, μια ελάχιστα επεμβατική μέθοδος, κατά την οποία η κύστη παροχετεύεται και κατόπιν χορηγείται ένα υγρό που ουλοποιεί τα τοιχώματα της κύστης.

 

Νεφρολιθίαση

Νεφρολιθίαση

Τι είναι η νεφρολιθίαση

Ονομάζουμε νεφρολιθίαση την παρουσία λίθου ή λίθων στους νεφρούς. Οι πέτρες στους νεφρούς σχηματίζονται όταν ουσίες που φυσιολογικά αποβάλλονται μέσω των ούρων, αντί να διαλύονται στα ούρα, παρουσιάζουν αυξημένη συγκέντρωση, με αποτέλεσμα να σχηματίσουν αρχικά ίζημα και κατόπιν να σχηματίσουν λίθους. Όταν οι πέτρες είναι πολύ μικρές μπορούν να αποβληθούν με τα ούρα χωρίς να το καταλάβει ο ασθενής. Όταν αντίθετα οι πέτρες είναι μεγαλύτερες, μπορεί να “κολλήσουν” είτε εντός του νεφρού είτε εντός του ουρητήρα. Σε αυτή την περίπτωση αποφράσσεται η αποβολή των ούρων και αυτό προκαλεί μια ιδιαίτερα επώδυνη κατάσταση που ονομάζεται κωλικός. Αν δε η απόφραξη είναι πλήρης, πέραν του κωλικού μπορεί να προκληθεί σοβαρότατη λοίμωξη (από πυελονεφρίτιδα έως συστηματική σηψαιμία) και κάποιες φορές νεφρική ανεπάρκεια. Οι μεγαλύτεροι λίθου συνήθως απαιτούν χειρουργική αντιμετώπιση, ενδοσκοπικά με χρήση laser ή με εξωτερική λιθοτριψία, προκειμένου να σπάσουν σε μικρότερα κομμάτια και να αποβληθούν από τον οργανισμό.

Τι μπορεί να προκαλέσει τη νεφρολιθίαση

Οι πέτρες στα νεφρά μπορεί να σχηματιστούν για διάφορους λόγους, όπως:

  • Υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις.
  • Αφυδάτωση – όταν ο ασθενής πίνει λίγα υγρά, κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες.
  • Καθιστική ζωή – η περιορισμένη φυσική άσκηση.
  • Αυξημένη παρουσία οξαλικού ασβεστίου ή ουρικού οξέως στη διατροφή.
  • Αυξημένη βιταμίνη C ή D.
  • Λήψη κάποιων φαρμάκων.
  • Η παρουσία συγκεκριμένων μεταβολικών παθήσεων.
  • Οικογενειακό ιστορικό νεφρολιθίασης.

Μια πολύ συχνή αιτία σχηματισμού λίθων του νεφρού είναι η ανεπαρκής ενυδάτωση. Η αφυδάτωση που προκαλείται με αυτό τον τρόπο αυξάνει τη συγκέντρωση των ουσιών που σχηματίζουν τις πέτρες στα ούρα. Οι πρώτοι κρύσταλλοι που θα σχηματιστούν (ίζημα) θα αποτελέσουν τον πυρήνα των λίθων, μιας και επιπλέον στρώματα εύκολα πλέον επικαλύπτουν τους κρυστάλλους, με αποτέλεσμα οι πέτρες να μεγαλώνουν.

Διατροφή και νεφρολιθίαση

Οι διατροφικές επιλογές / συνήθειες επίσης οδηγούν στο σχηματισμό λίθων. Υπάρχουν αρκετές τροφές με υψηλή συγκέντρωση οξαλικού ασβεστίου, όπως:

  • Σπανάκι.
  • Παντζάρια.
  • Δημητριακά και βρώμη.
  • Φυστίκια και λοιποί ξηροί καρποί
  • Φυστικοβούτηρο
  • Πατάτες (ειδικά τηγανιτές και πατατάκια).

Τροφές που περιέχουν ουρικό οξύ και διευκολύνουν το σχηματισμό νεφρικών λίθων είναι:

  • Σπανάκι.
  • Σπαράγγια.
  • Κουνουπίδι.
  • Μανιτάρια.
  • Φασόλια και όσπρια.
  • Γαλακτοκομικά (πλήρη λιπαρά).
  • Προΐόντα φούρνου με πολλά λιπαρά.
  • Τηγανητά.
  • Κόκκινο κρέας.
  • Θαλασσινά και γαρίδες.

Πως είναι οι πέτρες των νεφρών

Η κάθε πέτρα είναι μοναδική. Το χρώμα της εξαρτάται από τη σύστασή της. Συνήθως είναι κιτρινωπές, καφέ ή μαύρες. Οι πέτρες μπορεί να είναι στρογγυλές, μακρόστενες ή να έχουν πολλές προεξοχές και γωνίες. Μπορεί να είναι πολύ μικρές έως να καταλαμβάνουν το νεφρό εσωτερικά.

Υπάρχουν διάφορα είδη λίθων του νεφρού. Κάποιοι αποτελούνται μόνο από μία ουσία ενώ άλλοι από μείγμα περισσοτέρων ουσιών..

  • Λίθοι ασβεστίου –ο πιο κοινός τύπος, συνήθως από οξαλικό ασβέστιο.
  • Λίθοι στρουβίτη –Οι λίθοι αυτοί σχηματίζονται από ουρολοιμώξεις και περιέχουν μαγνήσιο και προΐόντα αμμωνίας.
  • Λίθοι ουρικού οξέως –σχηματίζονται όταν τα ούρα είναι πολύ όξινα.
  • Λίθοι κυστίνης –αυτοί είναι σπανιότεροι λίθοι. Η κυστίνη είναι ένα αμινοξύ που συναντάτοι σε μύες, νεύρα και άλλα μέρη του σώματος, αλλά που δύσκολα διαλύεται. Κάποιοι ασθενείς έχουν γεννετική προδιάθεση να αποβάλλουν μεγάλες ποσότητες κυστίνης στα ούρα (κυστινουρία), σχηματίζοντας πέτρες που αντιμετωπίζονται (δύσκολα) εφ’όρου ζωής

 

Τι συμπτώματα προκαλεί η νεφρολιθίαση

 

Οι περισσότεροι ασθενείς δεν ξέρουν ότι έχουν πέτρα στο νεφρό, έως ότου η πέτρα μετακινηθεί στον ουρητήρα. Σε αυτή την περίπτωση παρουσιάζεται ο κωλικός, ο πόνος του οποίου είναι ισχυρότατος. Παρουσιάζεται αρχικά στην οσφύ (ψηλά στη μέση) και όπως μετακινείται η πέτρα χαμηλότερα μεταδίδεται στο πρόσθιο κοιλιακό τοίχωμα και κατόπιν κατεβαίνει έως τα γεννητικά όργανα. Ο πόνος αυτός είναι συνεχής και αυξομειώνεται σε ένταση (αλλά δε σταματάει). Δε μειώνεται με κάποια συγκεκριμένη στάση του σώματος (χαρακτηριτστικά οι άρρωστοι δε μπορούν να καθίσουν σε μια θέση). Συνήθως συνοδεύεται με:

  • Ρίγος.
  • Ναυτία και/ή έμετο.
  • Πυρετό.
  • Συχνοουρία και / ή καύσος στην ούρηση.
  • Περιστασιακά αίμα στα ούρα (σχεδόν πάντα υπάρχει μικροσκοπική αιματουρία, σπανιότερα ο ασθενής βλέπει το αίμα με γυμνό μάτι)

Σε περίπτωση ρίγους ή πυρετού ο ασθενής απαιτεί επείγουσα νοσηλεία, αλλά στο 99% των κωλικών, ο ασθενής βρίσκεται ήδη στο νοσοκομείο (καθώς αδυνατεί να ελέγξει τον πόνο).

Διάγνωση νεφρολιθίασης

Η διάγνωση γίνεται με τα εξής:

  • Ιστορικό και φυσική εξέταση
  • Γενική ούρων (διερευνάται η παρουσία αίματος και/ή βακτηρίων στα ούρα)
  • Εξετάσεις αίματος (δείκτες φλεγμωνής και νεφρικής λειτουργίας).
  • Απεικονιστικός έλεγχος (ιδανικά αξονική τομογραφία ΧΩΡΙΣ σκιαγραφικό).

 

Ο ασθενής με γνωστό ιστορικό νεφρολιθίασης μπορεί να απευθυνθεί στον ουρολόγο για ένα προγραμματισμένο έλεγχο και να οργανωθεί η παρακολούθηση ή και η πιθανή τακτική θεραπεία, αν και εφόσον αυτή απαιτείται.

Σε περίπτωση κωλικού, ο ασθενής οφείλει να απευθυνθεί άμεσα σε ουρολόγο με πρόσβαση σε Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών νοσοκομείου για άμεση διερεύνηση και αντιμετώπιση.

 

Λιθίαση ουροδόχου κύστης

Λιθίαση ουροδόχου κύστης

 

Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του ιατρού

Τί είναι οι πέτρες της ουροδόχου κύστης

Πολλοί γνωρίζουν τις πέτρες του νεφρού. , αλλά πέτρες σχηματίζονται σε όλα τα όργανα του ουροποιητικού (νεφροί, ουρητήρες, ουρήθρα και ουροδόχος κύστη). Οι πέτρες στην ουροδόχο κύστη σχηματίζονται όταν καθίζημα στην κύστη από ιχνοστοιχεία και άλατα σχηματίζουν κρυστάλλους και κατόπιν σκληρές μάζες. Αυτές οι πέτρες παρουσιάζονται σε άντρες, γυναίκες και παιδιά. Οι πέτρες στην κύστη είναι συχνότερες στους άντρες και οφείλονται συνήθως στην απόφραξη της κύστης (που προκαλεί κατακράτηση ούρων) λόγω του προστάτη.

Τι προκαλεί τις πέτρες στην κύστη?

Φυσιολογικά τα ούρα αποβάλλονται με την ούρηση. Όταν η κύστη δεν αδειάζει τελείως, στα ούρα που κατακρατούνται μπορεί να ξεκινήσει η κρυσταλλοποίηση των αλάτων, που οδηγεί στο σχηματισμό των λίθων της κύστης. Άλλα αίτια λιθίασης της ουροδόχου κύστης είναι:

  • Ουρολοιμώξεις.
  • Παρουσία ξένων σωμάτων.
  • Καλοήθης υπερπλασία προστάτη– οι ασθενείς με υπερπλασία προστάτη συνήθως παρουσιάζουν κατακράτηση ούρων, που ευνοεί το σχηματισμό λίθων.
  • Νευρογενής κύστη – όταν η κύστη κατακρατά ούρα λόγω κάποιου νευρολογικής αιτίας, όπως τραυματισμός νωτιαίου μυελού, εγκεφαλικού, διαβητική νευροπάθεια, σκλήρυνση κατά πλάκας και Parkinson.
  • Φλεγμονή της κύστης.
  • Καθετήρας κύστης (χρόνια χρήση)
  • Εκκόλπωμα κύστης.
  • Προηγηθήσα επέμβαση κυστεοπλαστικής.
  • Κυστεοκήλη –  αποτελεί την πρόπτωση της κύστης στον κόλπο της γυναίκας.

Συμπτώματα λιθίασης ουροδόχου

Συχνά, οι πέτρες στην κύστη είναι τόσο μικρές που μπορούν απλά να αποβληθούν με την ούρηση. Σπανιότερα οι πέτρες μπορεί να μεγαλώσουν τόσο που να παραμένουν εντός της κύστης και να προκαλούν συμπτώματα, όπως:

  • Συχνοουρία.
  • Κάψιμο στην ούρηση.
  • Δυσκολία κένωσης της κύστης.
  • Διακεκομένη ροή ούρων.
  • Παρουσία θολών ούρων
  • Αιματουρία – Αίμα στα ούρα.
  • Άλγος στην κατώτερη πύελο και υπερηβικά (περιοχή κύστης)
  • Νυχτερινή συχνοουρία Nocturia
  • Ουρολοίμωξη

 

Θεραπεία λιθίασης ουροδόχου κύστης

Όταν οι πέτρες είναι μικρές, συχνά αρκεί ο ασθενείς να αυξήσει τα υγρά που πίνει. Οι μεγαλύτερες πέτρες που δεν μπορούν να αποβληθούν με την ούρηση απαιτούν χειρουργική αντιμετώπιση. Αυτή μπορεί να είναι είτε ενδοσκοπική, με τη χρήση ειδικόύ εργαλείου που σπάει τις πέτρες διαμέσου της ουρήθρας ή ανοιχτή, όπου η κύστη ανοίγεται προκειμένου να αφαιρεθούν πολύ μεγάλες πέτρες.

Αν έχετε συμπτώματα που μπορεί να σχετίζονται με πέτρες στα ούρα, επικοινωνήστε με το ιατρείο για να κλείσετε ραντεβού, έτσι ώστε να διερευνηθείτε και αν χρειαστεί να αντιμετωπιστείτε με την κατάλληλη αγωγή.

 

Ουρολοιμώξεις

Ουρολοιμώξεις

Ορίζουμε ουρολοίμωξη την φλεγμονή της ουροδόχου κύστη και/ή του ουροποιητικού η οποία προκαλείται από την παρουσία βακτηρίων (συχνότερα), μυκητων ή ιών. Περίπου το 50% των γυναικών θα παρουσιάσουν κάποια ουρολοίμωξη, κάποια στιγμή της ζωής τους. Αν τα μικρόβια φτάσουν στους νεφρούς ή ακόμα χειρότερα στην κυκλοφορία του αίματος, τότε μιλάμε για πυελονεφρίτιδα ή σηψαιμία, που μπορούν να απειλήσουν τη ζωή του ασθενούς. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να γίνεται έγκαιρη διάγνωση και σωστή αντιμετώπιση των ουρολοιμώξεων. Σημειώστε ότι σε αντίθεση με άλλα όργανα (όπως το δέρμα, τα έντερα κτλ), τα όργανα του ουρογεννητικού συστήματος φυσιολογικά είναι απολύτως στείρα και δεν έχουν μικρόβια.
Πώς ξεκινάει μια ουρολοίμωξη
Το ουροποιητικό σύστημα αποτελείται από πολλούς μύες, όργανα και νεύρα τα οποία συλλέγουν, αποθηκεύουν και αποβάλλουν τα ούρα. Η ουροδόχος κύστη είναι ένα από αυτά. Με απλά λόγια, η κύστη ανοίγει εντός της ουρήθρας, ενός σωλήνα που επιτρέπει στα ούρα να περάσουν εκτός του σώματός μας. Στις γυναίκες η ουρήθρα ανοίγει ακριβώς μπροστά από τον κόλπο, ο οποίος σε αντιθεση με τα όργανα του ουροποιητικού, δεν είναι στείρος και περιέχει διάφορα μικρόβια. Η φυσιολογική χλωρίδα τοπικά περιλαμβάνει βακτήρια όπως ο λακτοβακιλος, ο σταφιλόκοκκος, ο στρεπτόκοκκος και μικροοργανισμούς που προέρχονται από το ορθό, όπως το κολοβακτηρίδιο (E.coli) και την Klebsiella. Οι μικροοργανισμοί αυτοί του εντέρου προκαλούν το 85% των ουρολοιμώξεων.
Δυστυχώς η ανατομία της γυναίκας επιτρέπει στα μικρόβια αρκετά εύκολα να περάσουν από τον κόλπο, μέσω της βραχίας ουρήθρας, εντός της κύστης. Συνήθως, και εφόσον η γυναίκα πίνει αρκετά υγρά και ουρεί τακτικά, τα μικρόβια αποβάλλονται με τα ούρα. Σε περιπτώσεις αφυδάτωσης ή όταν η γυναίκα δεν αδειάζει τακτικά την κύστης της (ή ακόμα χειρότερα όταν η ασθενής για τον οποιοδήποτε λόγο κατακρατεί ούρα) τα μικρόβια βρίσκουν το έδαφος και το χρόνο να πολλαπλασιαστούν, προκαλόντας τις ουρολοιμώξεις. Οι άντρες είναι πιο ασφαλείς σε ότι αφορά τις ουρολοιμώξεις λόγω του μακρύτερου μήκους της ουρήθρας. Όταν παρουσιάσουν ουρολοίμωξη, τα συχνότερα αίτια είναι η παρουσία κάποιας πέτρας, η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη (στους μεγαλύτερους άντρες) και η σεξουαλική επαφή (σε άντρες κάτω των 35).

Συμπτώματα ουρολοιμώξεων

• Πόνος ή αίσθηση καύσους (κάψιμο) κατά την ούρηση
• Έπειξη προς ούρηση (πολύ έντονη επιθυμία προς ούρηση που δε μπορεί να αναβληθεί).
• Συχνοουρία
• Πόνος στην κάτω κοιλία ή στους νεφρούς
• Ακράτεια ούρων
• Αιματουρία (αίμα στα ούρα)
• Θολά ή σκούρα ούρα, με έντονη μυρωδιά
Σημειώνεται ότι υπάρχουν ασθενείς με ασυμπτωματική βακτηριουρία (παρουσία βακτηρίων στα ούρα χωρίς κανένα σύμπτωμα).
Η παρουσία των μικροβίων στα ούρα επιβεβαιώνεται με μια γενική ανάλυση ούρων. Εφόσον επιβεβαιωθεί, είναι απαραίτητη η καλλιέργεια ούρων, έτσι ώστε να καθοριστεί το είδος του μικροβίου και η πιθανή ανθεκτικότητα που μπορεί να έχει σε διάφορα αντιβιωτικά. Αυτό είναι άκρως απαραίτητο σε ασθενείς με υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις.
Οι απλές και μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις συχνά αντιμετωπίζονται με ολιγοήμερη αντιβιωτική θεραπεία, ενώ επιπλεγμένες και/ή υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις απαιτούν διαφορετική θεραπευτική αντιμετώπιση.
Οι ουρολοιμώξεις είναι πολύ συχνές στους ηλικιωμένους ασθενείς. Σε προχωρημένες ηλικίες, με ασθενείς που δε μπορούν να περιγράψουν λεπτομερώς τα συμπτώματά τους, οι συγγενείς ή τα άτομα που τους φροντίζουν μπορεί να παρατηρηθούν συμπτώματα όπως ανησυχία, παραλήρημα, αλλαγή συμπεριφοράς και επίσης θολά, σκούρα ούρα έντονης μυρωδιάς.

Παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ουρολοιμώξεων

• Μη τακτική ούρηση – αυτό επιτρέπει στα βακτήρια να παραμείνουν περισσότερη ώρα στην κύστη, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να πολλαπλασιαστούν και τελικά να “καταλλάβουν” την κύστη.
• Ατελής κένωση της κύστης – οποιαδήποτε κατακράτηση ούρων εμποδίζει την αποβολή τους με τα ούρα.
• Τοπική υγιεινή – φτωχή υγιεινή τοπικά προκαλεί επιμόλυνση του περινέου με μικρόβια προερχόμενα από το έντερο
• Σεξουαλική δραστηριότητα – κυρίως λόγω τραύματος της ουρήθρας και των περιβάλλοντων ιστών, που γίνονται πιο επηρεπείς στις λοιμώξεις, επιτρέποντας στα μικρόβια να εισβάλλουν στην ουρήθρα μηχανικά.
• Η χρήση σπερματοκτόνων αντισυλληπτικών – οι σπερματοκτόνες ουσίες αλλάζουν τη φυσιολογική χλωρίδα στον κόλπο, επιτρέποντας τα κολοβακτηρίδια να αποικίσουν την περιοχή
• Γενετικά αίτια – συγκεκριμένα κύτταρα στο βλεννογόννο του κόλπου και της ουρήθρας έχουν υποδοχείς που επιτρέπουν σε συγκεκριμένα βακτήρια να κολλήσουν και να δράσουν εντός της κύστης. Η έκφραση αυτών των υποδοχέων είναι κληρονομική
• Εμμηνόπαυση – Η πτώση των οιστρογόνων προκαλεί λέπτυνση των ιστών στον κόλπο και στην ουρήθρα, κάνοντάς τες πιο επιρρεπείς στις ουρολοιμώξεις. Η έλλειψη αυτή των οιστρογόνων αλλάζει επίσης το pH του κόλπου επιτρέποντας σε περισσότερα κολοβακτηρίδια να αποικίσουν τον κόλπο.
• Σακχαρώδης διαβήτης – Τα συστηματικά υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα προκαλούν ανοσοκαταστολή (μείωση της άμυνας του οργανισμού) κάνοντας τον/την ασθενή πιο ευαίσθητο/η στις ουρολοιμώξεις. Επιπλέον, όταν το σάκχαρο στο αίμα ξεπερνά τα 160 mg/dl, τότε το σάκχαρο αποβάλλεται στα ούρα (το οποίο φυσιολογικά δεν υπάρχει στα ούρα), το οποίο αποτελεί μια άριστη τροφή για τα βακτήρια που αναπτύσσονται ταχύτερα.
• Ανοσοκαταστολή – οποιασδήποτε αιτιολογίας.
Επιπλέον παράγοντες κινδύνου:
• Λιθίαση.
• Χρήση καθετήρα.
Αν αισθάνεστε ότι μπορεί να πάσχετε από ουρολοίμωξη ή αν έχετε ιστορικό υποτροπιάζοντων ουρολοιμώξεων, επικοινωνήστε με το ιατρείο για να προγραμματίσετε τον απαραίτητο λεπτομερή και εξατομικευμένο έλεγχο που απαιτείται.

Κυστεοσκόπηση

Κυστεοσκόπηση

Η κυστεοσκόπηση είναι μια εξέταση με την οποία εξετάζεται η ουροδόχος κύστη με τη χρήση ενός ενδοσκοπίου το οποίο ονομάζεται κυστεοσκόπιο. Υπάρχουν δύο βασικά είδη κυστεοσκοπίου, τα άκαμπτα, που προσφέρουν ελαφρώς καλύτερη εικόνα (λόγω μεγαλύτερης κάμερας) και τα εύκαμπτα, τα οποία κάνουν την εξέταση ευκολότερη για τον ασθενή.
ΠΟΤΕ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΥΣΤΕΟΣΚΟΠΗΣΗ
Υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις για την κυστεοσκόπηση. Η πιο συνήθης είναι η εξέταση της ουροδόχου κύστης προκειμένου να αποκλειστεί ο καρκίνος της κύστης σε περιπτώσεις μακροσκοπικής ή μικροσκοπικής αιματουρίας. Δεδομένου του τρόπου που γίνεται η εξέταση (μέσω της ουρήθρας και του προστάτη στους άνδρες) η κυστεοσκόπηση δίνει πολλές ανατομικές πληροφορίες στη διερεύνηση των δυσουρικών ενοχλημάτων. Με την κυστεοσκόπηση μπορούμε να αποκλείσουμε στενώματα ουρήθρας, αλλά και να εξετάσουμε την ανατομία του προστάτη, η οποία αποτελεί σημαντικό παράγοντα των πιθανών δυσκολιών της ούρησης στους άνδρες. Η κυστεοσκόπηση μπορεί επίσης να προσφερθεί για τη διερεύνηση υποτροπιάζουσων ουρολοιμώξεων, αφαίρεση stent μετά από χειρουργείο για νεφρολιθίαση, αποκλεισμός (ή μη) συριγγίου κ.ά.

ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΣΤΕΟΣΚΟΠΗΣΗ
Πριν την κυστεοσκόπηση χορηγείται τοπική αναισθησία (αναισθητικό gel), το οποίο διανοίγει την ουρήθρα διευκολύνοντας το πέρασμα του κυστεοσκοπίου, αλλά έχει τοπική αναισθητική δράση. Όταν χορηγείται το αναισθητικό, κάποιοι ασθενείς μπορεί να αιστανθούν λίγο περίεργα, αλλα τόσο το αναισθητικό, όσο και η όλη εξέταση είναι γενικά πολύ καλά ανεκτή.
Αφού δωθεί ο χρόνος να δράσει το αναισθητικό (συνήθως φτάνουν περί τα 30 δευτερόλεπτα) εισέρχεται το κυστεοσκόπιο υπό όραση. Αυτό σημαίνει ότι ο ουρολόγος βλέπει ακριβώς που είναι το άνοιγμα της ουρήθρας και έτσι αποφεύγονται οι τραυματισμοί της ουρήθρας.

ΕΧΕΙ Η ΚΥΣΤΕΟΣΚΟΠΗΣΗ ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ?
Όπως σε κάθε εξέταση, έτσι και η κυστεοσκόπηση, έχει κάποιες πιθανές επιπλοκές. Η συχνότερη είναι μια αντιδραστική συχνοουρία, αλλά και δυσουρία (τσούξιμο κατά την ούρηση), για 2-3 ημέρες μετά την εξέταση, η οποία υποχωρεί από μόνη της. Αυτό γίνεται περίπου στο 20-30% των ασθενών. Σπανιότερα μπορεί να παρουσιαστεί μικρή ποσότητα αίματος στα ούρα, σε περιπτώσεις που υπάρχουν είτε στενώματα ουρήθρας, είτε ένας υπερπλαστικός προστάτης με μεγάλα αγγεία. Σχεδόν στο σύνολο αυτών των περιστατικών ο ουρολόγος βλέπει την αιμορραγία κατά την εξέταση και ο ασθενής είναι ενήμερος. Το φάρμακο που απαιτείται και για τις δύο αυτές επιπλοκές είναι το νερό (ζητείται πάντα στους ασθενείς να πίνουν περί τα 2 λίτρα ημερησίως).
Σε λιγότερο από 1% των ασθενών που θα υποβληθούν σε κυστεοσκόπηση μπορεί να παρουσιαστεί κάποια ουρολοίμωξη, συνήθως 2-3 μέρες αργότερα. Στην περίπτωση αυτή χορηγείται αντιβίωση.

ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΚΥΣΤΕΟΣΚΟΠΗΣΗ
Οι ασθενείς που λαμβάνουν συστηματική φαρμακευτική αντιπηκτική αγωγή έχουν εκ των πραγμάτων υψηλότερη πιθανότητα να παρουσιάσουν αιμορραγικές επιπλοκές. Η εύκαμπτη κυστεοσκόπηση γενικότερα είναι πιο ασφαλής, δεδομένου της μικρότερης διαμέτρου του κυστεοσκοπίου. Σε ότι αφορά την άκαμπτη κυστεοσκόπηση, τα αντιπηκτικά πρέπει να διακόπτονται (με εξαίρεση την ασπιρίνη που είναι ασφαλής). Για λεπτομέρειες σχετικά με την αντιπηκτική αγωγή σας, πρέπει να υπάρχει πάντα συνεννόηση με τον ουρολόγο.

ΠΟΤΕ ΜΑΘΑΙΝΩ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Με το πέρας της εξέτασης ο ασθενής ενημερώνεται άμεσα για τα ευρήματα.