Ουρολοιμώξεις
Πώς ξεκινάει μια ουρολοίμωξη
Το ουροποιητικό σύστημα αποτελείται από πολλούς μύες, όργανα και νεύρα τα οποία συλλέγουν, αποθηκεύουν και αποβάλλουν τα ούρα. Η ουροδόχος κύστη είναι ένα από αυτά. Με απλά λόγια, η κύστη ανοίγει εντός της ουρήθρας, ενός σωλήνα που επιτρέπει στα ούρα να περάσουν εκτός του σώματός μας. Στις γυναίκες η ουρήθρα ανοίγει ακριβώς μπροστά από τον κόλπο, ο οποίος σε αντιθεση με τα όργανα του ουροποιητικού, δεν είναι στείρος και περιέχει διάφορα μικρόβια. Η φυσιολογική χλωρίδα τοπικά περιλαμβάνει βακτήρια όπως ο λακτοβακιλος, ο σταφιλόκοκκος, ο στρεπτόκοκκος και μικροοργανισμούς που προέρχονται από το ορθό, όπως το κολοβακτηρίδιο (E.coli) και την Klebsiella. Οι μικροοργανισμοί αυτοί του εντέρου προκαλούν το 85% των ουρολοιμώξεων.
Δυστυχώς η ανατομία της γυναίκας επιτρέπει στα μικρόβια αρκετά εύκολα να περάσουν από τον κόλπο, μέσω της βραχίας ουρήθρας, εντός της κύστης. Συνήθως, και εφόσον η γυναίκα πίνει αρκετά υγρά και ουρεί τακτικά, τα μικρόβια αποβάλλονται με τα ούρα. Σε περιπτώσεις αφυδάτωσης ή όταν η γυναίκα δεν αδειάζει τακτικά την κύστης της (ή ακόμα χειρότερα όταν η ασθενής για τον οποιοδήποτε λόγο κατακρατεί ούρα) τα μικρόβια βρίσκουν το έδαφος και το χρόνο να πολλαπλασιαστούν, προκαλόντας τις ουρολοιμώξεις. Οι άντρες είναι πιο ασφαλείς σε ότι αφορά τις ουρολοιμώξεις λόγω του μακρύτερου μήκους της ουρήθρας. Όταν παρουσιάσουν ουρολοίμωξη, τα συχνότερα αίτια είναι η παρουσία κάποιας πέτρας, η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη (στους μεγαλύτερους άντρες) και η σεξουαλική επαφή (σε άντρες κάτω των 35).
Συμπτώματα ουρολοιμώξεων
• Πόνος ή αίσθηση καύσους (κάψιμο) κατά την ούρηση
• Έπειξη προς ούρηση (πολύ έντονη επιθυμία προς ούρηση που δε μπορεί να αναβληθεί).
• Συχνοουρία
• Πόνος στην κάτω κοιλία ή στους νεφρούς
• Ακράτεια ούρων
• Αιματουρία (αίμα στα ούρα)
• Θολά ή σκούρα ούρα, με έντονη μυρωδιά
Σημειώνεται ότι υπάρχουν ασθενείς με ασυμπτωματική βακτηριουρία (παρουσία βακτηρίων στα ούρα χωρίς κανένα σύμπτωμα).
Η παρουσία των μικροβίων στα ούρα επιβεβαιώνεται με μια γενική ανάλυση ούρων. Εφόσον επιβεβαιωθεί, είναι απαραίτητη η καλλιέργεια ούρων, έτσι ώστε να καθοριστεί το είδος του μικροβίου και η πιθανή ανθεκτικότητα που μπορεί να έχει σε διάφορα αντιβιωτικά. Αυτό είναι άκρως απαραίτητο σε ασθενείς με υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις.
Οι απλές και μη επιπλεγμένες ουρολοιμώξεις συχνά αντιμετωπίζονται με ολιγοήμερη αντιβιωτική θεραπεία, ενώ επιπλεγμένες και/ή υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις απαιτούν διαφορετική θεραπευτική αντιμετώπιση.
Οι ουρολοιμώξεις είναι πολύ συχνές στους ηλικιωμένους ασθενείς. Σε προχωρημένες ηλικίες, με ασθενείς που δε μπορούν να περιγράψουν λεπτομερώς τα συμπτώματά τους, οι συγγενείς ή τα άτομα που τους φροντίζουν μπορεί να παρατηρηθούν συμπτώματα όπως ανησυχία, παραλήρημα, αλλαγή συμπεριφοράς και επίσης θολά, σκούρα ούρα έντονης μυρωδιάς.
Παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ουρολοιμώξεων
• Μη τακτική ούρηση – αυτό επιτρέπει στα βακτήρια να παραμείνουν περισσότερη ώρα στην κύστη, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να πολλαπλασιαστούν και τελικά να “καταλλάβουν” την κύστη.
• Ατελής κένωση της κύστης – οποιαδήποτε κατακράτηση ούρων εμποδίζει την αποβολή τους με τα ούρα.
• Τοπική υγιεινή – φτωχή υγιεινή τοπικά προκαλεί επιμόλυνση του περινέου με μικρόβια προερχόμενα από το έντερο
• Σεξουαλική δραστηριότητα – κυρίως λόγω τραύματος της ουρήθρας και των περιβάλλοντων ιστών, που γίνονται πιο επηρεπείς στις λοιμώξεις, επιτρέποντας στα μικρόβια να εισβάλλουν στην ουρήθρα μηχανικά.
• Η χρήση σπερματοκτόνων αντισυλληπτικών – οι σπερματοκτόνες ουσίες αλλάζουν τη φυσιολογική χλωρίδα στον κόλπο, επιτρέποντας τα κολοβακτηρίδια να αποικίσουν την περιοχή
• Γενετικά αίτια – συγκεκριμένα κύτταρα στο βλεννογόννο του κόλπου και της ουρήθρας έχουν υποδοχείς που επιτρέπουν σε συγκεκριμένα βακτήρια να κολλήσουν και να δράσουν εντός της κύστης. Η έκφραση αυτών των υποδοχέων είναι κληρονομική
• Εμμηνόπαυση – Η πτώση των οιστρογόνων προκαλεί λέπτυνση των ιστών στον κόλπο και στην ουρήθρα, κάνοντάς τες πιο επιρρεπείς στις ουρολοιμώξεις. Η έλλειψη αυτή των οιστρογόνων αλλάζει επίσης το pH του κόλπου επιτρέποντας σε περισσότερα κολοβακτηρίδια να αποικίσουν τον κόλπο.
• Σακχαρώδης διαβήτης – Τα συστηματικά υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα προκαλούν ανοσοκαταστολή (μείωση της άμυνας του οργανισμού) κάνοντας τον/την ασθενή πιο ευαίσθητο/η στις ουρολοιμώξεις. Επιπλέον, όταν το σάκχαρο στο αίμα ξεπερνά τα 160 mg/dl, τότε το σάκχαρο αποβάλλεται στα ούρα (το οποίο φυσιολογικά δεν υπάρχει στα ούρα), το οποίο αποτελεί μια άριστη τροφή για τα βακτήρια που αναπτύσσονται ταχύτερα.
• Ανοσοκαταστολή – οποιασδήποτε αιτιολογίας.
Επιπλέον παράγοντες κινδύνου:
• Λιθίαση.
• Χρήση καθετήρα.
Αν αισθάνεστε ότι μπορεί να πάσχετε από ουρολοίμωξη ή αν έχετε ιστορικό υποτροπιάζοντων ουρολοιμώξεων, επικοινωνήστε με το ιατρείο για να προγραμματίσετε τον απαραίτητο λεπτομερή και εξατομικευμένο έλεγχο που απαιτείται.